Μύθοι σχετικά με τη βία



Μερικοί μύθοι για τα θύματα βίας:

Λέγεται ότι:

1.   Τα θύματα είναι μόνο  αμόρφωτες γυναίκες, χωρίς επάγγελμα.

  1. Δεν φεύγουν από κοντά του γιατί κατά βάθος απολαμβάνουν την βία.

3.   Φταινε για την βία που υφίστανται


Στην πραγματικότητα είναι γυναίκες όλων των κοινωνικών τάξεων, κάθε μορφωτικού επιπέδου. Είναι γυναίκες λιγότερο ή περισσότερο δυνατές αλλά εξαντλημένες από την καθημερινή προσπάθεια επιβίωσης, σε βάρος της υγείας και της προσωπικής τους ανάπτυξης.
Δεν φεύγουν για πολλούς και διαφορετικούς λόγους, ακόμα κι όταν νιώθουν να κινδυνεύουν: Μπορεί να φοβούνται την εκδίκηση σε βάρος τους ή σε βάρος των παιδιών, ή να μην έχουν δουλειά, την οποία δύσκολα μπορούν να ψάξουν αν ο δράστης τους το απαγορεύει ή τους έχει απαγορεύσει και τις κοινωνικές σχέσεις, ακόμα και με την οικογένειά τους. Στις εύπορες γυναίκες υπάρχουν κοινωνικοί φραγμοί όπως ο φόβος ότι δεν θα τις πιστεύουν,  το αξιοπρεπές επάγγελμα του συζύγου που θα πάθει ζημιά, η απομόνωση από την οικογένεια που παίρνει το μέρος του θύτη, ειδικά αν έχει χρήματα και κοινωνικό κύρος και ψάχνει για φταίξιμο στην γυναίκα, η στάση των μεγαλυτέρων γυναικών που ισχυρίζονται ότι έτσι είναι όλοι οι άνδρες, η έλλειψη χρημάτων σε ρευστό, ακόμα κι όταν υπάρχουν περιουσιακά στοιχεία πολλά.
Μερικές  γυναίκες έχουν τόσο συνηθίσει να φυλάγονται που ρίχνουν φταίξιμο στον εαυτό τους, συχνά π.χ. για το ότι τον νευρίασαν, χωρίς να συνειδητοποιούν πως  τον νευρίασαν στην ζωή κι άλλοι άνθρωποι χωρίς βέβαια να τους σπάει όλους στο ξύλο, όπως νιώθει ότι ‘δικαιούται’ να κάνει με την σύντροφό του. Όλοι οι άνθρωποι εκνευρίζονται αλλά αυτό δεν τους κάνει βίαιους.

Υπάρχουν θύματα που γίνονται παράλληλα θύτες, κακοποιώντας ανήλικους. Υπάρχουν επίσης θύματα που αρχλιζουν να ανττιδρούν ακριβώς επειδή η κακοποίηση αρχίζει να αφορά τους ανήλικους που προστατελυουν.

 

Μερικοί μύθοι για τον θύτη

Λέγεται πως ο ‘πραγματικός’ θύτης:
  1. Είναι κακός άνθρωπος. Μισεί το θύμα
  2. Έχει δίκιο κατά βάθος, η γυναίκα του είναι ανυπόφορη.
  3. Δεν θα το ξανακάνει

Οι θύτες είναι άτομα  ποικίλα, με πολύ διαφορετικές προσωπικότητες και με κοινό χαρακτηριστικό μόνο το ότι δεν διαχειρίζονται σωστά τον εκνευρισμό τους.
Ο θύτης μπορεί να είναι εμφανώς σκληρός ή αντίθετα να δείχνει πολύ καλός άνθρωπος. Προσπαθεί βεβαίως να πείσει τους πάντες πως η οργή του είναι σπάνια και δικαιολογημένη, ακόμα κι αν είναι καθημερινή. Συχνά καθώς αυτός είναι ο ισχυρός και η γυναίκα του η φοβισμένη που μιλάει λίγο, γοητεύει και πείθει τους πάντες. Οι βίαιοι άνδρες που έχουν χαρακτήρα ήπιων τόνων γίνονται συχνότερα φονιάδες από αυτούς που φωνάζουν και ξεσπούν. Η γειτονιά μένει συνήθως άναυδη από το γεγονός.
Ο άνδρας θύτης μπορεί να έχει περισσότερο ελκυστική προσωπικότητα. Αυτό δεν του δίνει βέβαια δίκιο αλλά κάνει κάποιους να ψάχνουν το αίτιο στο θύμα. Πιθανότατα θεωρεί ότι αγαπάει το θύμα και προσπαθεί να την ‘διορθώσει’, και ότι καθώς δουλεύει σκληρά  οι απαιτήσεις του είναι ‘λογικές’ και η βία που ασκεί οφείλεται όχι στην δική του ανικανότητα να αυτοελεγχθεί αλλά στο θύμα που όφειλε να κάνει κάτι διαφορετικό. Επί πλέον νοιώθει την γυναίκα και τα παιδιά του ιδιοκτησία του και καθήκον του να τους ‘νουθετεί’. Λέει συχνά ότι λυπάται, ζητάει συγνώμη αλλά δεν περνάει πολύς χρόνος κι επαναλαμβάνει την βίαιη συμπεριφορά ρίχνοντας πάντα το φταίξιμο στο θύμα διότι δεν θέλει να πάρει ευθύνη για τις πράξεις του. Σίγουρα, ακόμα κι αν υπόσχεται το αντίθετο,  θα το ξανακάνει αν δεν συμβεί κάτι που να ανατρέπει την συνήθεια, όπως μια σύλληψη ή να του θυμώσει ένας άλλος άντρας που τον θεωρεί σημαντικό και τον υπολογίζει.
Κάποτε, όταν για παράδειγμα στείλει την γυναίκα του αιμόφυρτη στο νοσοκομείο, κάποιοι βγαίνουν από την αδράνεια και τον εγκαλούν, κι είναι η ώρα των υποσχέσεων και των συγνώμη. Μόνο που μετά από λίγο ξαναρχίζουν τα ίδια, με το θύμα ακόμα περισσότερο φοβισμένο ή παγιδευμένο. Μόνο η παρέμβαση του νόμου, π.χ. η σύλληψη έστω και για ένα βράδυ, από την αστυνομία, καθώς και η σταθερή στάση του περιβάλλοντος δείχνει να κάνουν τους δράστες να αντιλαμβάνονται ότι σφάλλουν.
Κάποτε ο θύτης έχει επίγνωση και ζητάει βοήθεια, Τότε υπάρχουν πολλές πιθανότητες να μπορέσει να μάθει να ελένχει τον θυμό του και να κατορθώσει να κάνει βήματα για να κατανοεί την δεινή θέση στην οποία φέρνει τους δικούς του ανθρώπους. Κοινωνική και ψυχολογική στήριξη μπορεί να βοηθήσει στην αποκλιμάκωση και την καλύτερη επικοινωνία και στον αυτοέλεγχο. Η θεραπεία είναι εφικτή αν κάποιος θέλει να μάθει να εκφράζει χωρίς αυταρχισμό, επιθυμεί να προσπαθήσει να επικοινωνεί καλύτερα κι εμπνέεται από αισθήματα αγάπης προς την οικογένειά του.
Τους άνδρες, κατά τον καθηγητή Λέμπερτ της οργάνωσης ‘Άνδρες κατά της Ανδρικής Βίας,’ στην Γερμανία, μπορεί να τους αλλάξουν μόνο άλλοι άνδρες που τους συμπαραστέκονται για να βελτιωθούν, όπως και τις γυναίκες, άλλες γυναίκες που λειτουργούν σαν μοντέλα εναλλακτικών στάσεων ζωής.
Είναι λοιπόν η βία ένα θέμα για συνεργασία μεταξύ των ανθρώπων που θέλουν να την σταματήσουν και το πρώτο βήμα για να το καταφέρουμε είναι η πληροφόρηση και η ανάληψη κοινωνικής ευθύνης με άμεση συμπαράσταση στα θύματα κι άμεσο καταλογισμό ευθυνών στους δράστες.

Μετά την βία

Ακόμα και μετά την διακοπή της κακοποίησης με την αλλαγή κατοικίας ο θύτης και το θύμα χρειάζονται πολύ βοήθεια για να χειριστούν υπεύθυνα τα θέματα των παιδιών και για να βγουν από τα δεσμά βίαιης αλληλεξάρτησης και να επικοινωνήσουν μεταξύ τους χωρίς βία. 

Το σταμάτημα της κακοποίησης είναι μόνο η αρχή για την ανάνηψη και την άρση της ταπείνωσης. Τα βήματα που χρειάζονται για να επανέλθει το κακοποιημένο άτομο σχετίζονται με τον χρόνο και την βαρύτητα της βίας που υπέστη κι ακόμα με την ηλικία- π.χ.νεώτερα  και μόνα άτομα τραυματίζονται βαθειά.

Μπορεί να υπάρχουν πολλά θέματα υγείας, ψυχογενή ή από τα χτυπήματα. Για κάποιες γυναίκες η βία υπήρξε για καιρό τρόπος ζωής. Φοβούνυαι πολύ χωρίς αφορμή επειδή ο φόβος έχει εγκατασταθεί στην ζωή τους. Χρειάζονται  βοήθεια και υποστήριξη για να ‘ξεμάθουν’  να υπομένουν αλλά μερικές φορές και για να μην ξεσπούν και επιβάλλουν σε παιδιά την βία. Ο ρόλος  των κοινωνικών φορέων είναι σημαντικός για να εμπεδωθούν νέα  δεδομένα όμως  παίρνει χρόνο για να επαναφέρει, ακόμα και η καλύτερη προσφερόμενη υποστήριξη, την ασφάλεια στις διαπροσωπικές σχέσεις, καθώς αυτές θεωρούνται τμήμα της ιδιωτικότητας και της αυτορύθμισης. Βεβαίως όμως ο χώρος της ιδιωτικότητας δεν μπορεί να αποτελεί χώρο βασανισμού.
Οι φορείς προσφέρουν μεν βοήθεια αλλά υπάρχουν και εσωτερικές διαδικασίες που χρειάζεται να παίρνουμε υπόψη και να εξειδικεύουμε σε κάθε άτομο την στήριξη.

Στήριξη οικογένειας

Το Κέντρο Στήριξης Οικογένειας του Δικτύου Γυναικών Ευρώπης στηρίζει ζευγάρια και οικογένειες που επιθυμούν να μάθουν να επικοινωνούν καλύτερα, να κατανοούν αμοιβαία ανάγκες και συναισθήματα και να επιλύουν τα ενδοοικογενειακά προβλήματά τους  δημιουργικά, με αίσθημα ασφάλειας και σεβασμού, χωρίς βία .


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου